Σάββατο 10 Ιουνίου 2017

ΕΡΩΤΙΚΟ - "Ζωή μου...", ΑΜΑΛΙΑ ΠΙΚΡΙΔΟΥ ΛΟΥΚΑ.

                                       
                                                                                         
Τα μικρά κυματάκια χάιδευαν τα πόδια της καθώς καθόταν κοντά στη σπηλιά που περιτριγυριζόταν από βράχους που την  προστάτευαν...ένα φυσικό απόρθητο φρούριο...το αγαπημένο σημείο της παραλίας όπου κατέφευγε εκείνες τις στιγμές που ήθελε να μείνει μόνη με τον εαυτό της...αυτή και η θάλασσα σε όλη της την απεραντοσύνη. Η θάλασσα...η καλύτερη της φίλη...αυτή που άκουγε όλα τα μυστικά της ψυχής της...αυτή που μόνο εμπιστευόταν...που της έδωσε μέσα από τη ψυχή της πρόσωπο και καρδιά...
Η ζωή της περνούσε σαν κινηματογραφική ταινία από μπροστά της....μια οικογένεια που στάθηκε πάντα δίπλα της...και αυτή να μεγαλώνει τυλιγμένη κάτω από τις φτερούγες αυτές με ασφάλεια... προστασία... αγάπη...έτσι μεγάλωσε και όταν άνοιξε τα φτερά της για τον δικό της δρόμο στη ζωή περίμενε ότι θα ήταν το ίδιο στρωμένος με ροδοπέταλα, με αισθήματα, με σεβασμό...Όχι δεν της άξιζε η κόλαση που είχε συναντήσει...δεν μπορούσε καν να φανταστεί η να κατανοήσει την ύπαρξη της...ένα τεράστιο γιατί...Γιατί;...γιατί σε μένα...γέμισαν δάκρυα τα μάτια της...καυτά...γεμάτα παράπονο...είχε δώσει πολλά στη ζωή της....μια καλή ψυχή που έμαθε να δίνει...έδινε παράδεισο και έπαιρνε κόλαση....
Αγάπησε τρελά...έδωσε, δόθηκε, πληγώθηκε, παρακάλεσε....έφτασε στο σημείο να εκλιπαρεί...είχε γονατίσει η ψυχή της...εκλιπαρούσε για μια ματιά, και ένα χάδι, για μια τρυφερή λέξη...περίμενε καθημερινά κάτι από αυτά...διψούσε η ψυχή και το κορμί της έστω και για λίγα ψίχουλα σημασίας...αγάπης...τίποτα!...και πέθαινε σιγά σιγά...το ένιωθε καθημερινά...ένας απίστευτος επώδυνος αργός θάνατος...όλα γκρίζα γύρω της...χωρίς νόημα...χωρίς ενδιαφέρον...
Είχε χάσει κάθε συναίσθημα ...τα μάτια της ήταν ήδη κλειστά...μια απίστευτη μαύρη μοναξιά...μια πίκρα...το απόλυτο σκοτάδι...
Κάποιες φορές σαν αναλαμπή έβλεπε γύρω της την ζωή...τα χρώματα....άνοιγε τα μάτια της ψυχής της και ρουφούσε αχόρταγα τις εικόνες...για λίγο...ο θάνατος ήταν πιο δυνατός...την βύθιζε πάλι πίσω στο απόλυτο κενό...
Δεν θα την ξεχάσει ποτέ εκείνη τη μέρα...όταν βρέθηκαν απέναντι της δυο μάτια καθαρά, γεμάτα ζωή, γεμάτα λάμψη...δυο ήλιοι που της ζέσταναν όλο το είναι της...που έλιωσαν τον πάγο του θανάτου...που γέμισαν φως την καρδιά και την ψυχή της...ένα ναρκωτικό που κατέλαβε το είναι της...δεν είχε καταλάβει τι είχε συμβεί...όμως καταλάβαινε πολύ καλά ότι το αποζητούσε...το ήθελε απελπισμένα...η γοητεία της ευτυχίας...αυτής που σου παίρνει το μυαλό....που ελέγχει όλο σου το είναι...κάποιοι το είχαν γευτεί προηγουμένως...είχε ακούσει πολλούς να το λένε....αυτή δεν το είχε νιώσει ποτέ και δεν είχε ποτέ πιστέψει σε αυτό...και αν υπήρξε έστω και μια στιγμή που ίσως σκέφτηκε ότι όλο αυτό θα μπορούσε να ήταν αληθινό θεωρούσε τον εαυτό της τόσο καταραμένο που πίστευε ότι δεν θα το γευόταν...δεν θα το ζούσε ποτέ... Χαμογέλασε καθώς τα σκεφτόταν αυτά...στιγμές...εικόνες...η απόλυτη ομορφιά...ένα καλημέρα, μια καλή κουβέντα, ένα άγγιγμα, ένα φιλί, ένα χάδι, δυο μάτια γεμάτα αγάπη...ενδιαφέρον...κατανόηση...ένα καληνύχτα....σε νοιάζομαι...μη φοβάσαι...είμαι εδώ...
Γέμισε ο κόσμος γύρω της φως, χρώματα, ζωή...ευτυχία!!!
Τους κράτησε όλους μακριά...δεν ήθελε να γνωρίζει κανείς...την δική της ευτυχία...την απόλυτη...κανείς δεν θα χαιρόταν άλλωστε...αυτό της δίδαξε η ζωή...και δεν την ενδιέφερε να χαρεί και κάποιος...γιατί ποιος θα ήταν αυτός ο κάποιος; Αυτός που δεν ήταν ποτέ στη ζωή της όταν πνιγόταν στην απέραντη θάλασσα του σκότους και της μοναξιάς; Αυτός που δεν υπήρξε και δεν θα υπάρξει ποτέ παρά μόνον σαν δήμιος της; Ναι δήμιος!...γιατί όποιος θα σκότωνε αυτή την αγάπη, αυτή τη λατρεία, αυτή την ευτυχία από την ψυχή της, όποιος θα τολμούσε να την λερώσει, να την λαβώσει, θα σκότωνε και την ίδια....
Ένα χέρι την ακούμπησε στον ώμο....δεν τρόμαξε...πως μπορούσε να τρομάξει με τέτοιο άγγιγμα...γύρισε αργά....και είδε δυο ήλιους να την κοιτάζουν και ένα πανέμορφο χαμόγελο να της ζεσταίνει την καρδιά...η ψυχή της γέμισε πάλι φως...γλυκό...μαγευτικό...εκτυφλωτικό...δεν έβλεπε πια...δεν ήταν εκεί πια...αφέθηκε να ταξιδέψει στο όνειρο...έγινε ένα με την θάλασσα....τον ουρανό...τον άνεμο...
Δυο ψυχές ενωμένες...φτιαγμένες η μια για την άλλη...που ταίριαζαν απόλυτα...δεμένες με αόρατα δεσμά...δυο ψυχές που έγιναν μια ...

-         Καρδιά μου μη φύγεις ποτέ ψιθύρισε...

Την κράτησε ακόμα πιο σφικτά...ο χρόνος σταμάτησε...

ΑΜΑΛΙΑ ΠΙΚΡΙΔΟΥ ΛΟΥΚΑ           

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου