Ήτανε η δεύτερη φορά που η Καρίνα επισκεπτόταν την Βέροια.
Είχε αρχίσει την έρευνα της για τις λαϊκές παραδόσεις της περιοχής έχοντας
διαλέξει εντελώς τυχαία την συγκεκριμένη πόλη μεταξύ άλλων επιλογών που είχε
μπροστά της. Της άρεσε πολύ όμως και έτσι νοίκιασε ένα μικρό διαμερισματάκι
κοντά στο κέντρο της πόλης το οποίο θα χρησιμοποιούσε σαν βάση για τις
εξορμήσεις της.
Είχε διαβάσει την ιστορία της περιοχής, είχε δει τον φυσικό
της πλούτο και είχε εντυπωσιαστεί φοβερά. Εκείνο όμως που την ενδιέφερε
περισσότερο ήταν να καταγράψει τις λαϊκές παραδόσεις και τα έθιμα που
προέρχονταν από πιστεύω και δεισιδαιμονίες που είχαν την ρίζα τους στα βάθη των
αιώνων.
Εκείνη την μέρα αφού τελείωσε με την μελέτη της, αποφάσισε
να πάρει τον καφέ της σε μια καφετέρια έτσι για να ξεκουραστεί λίγο και να
χαζέψει την κίνηση γύρω.
-Σίγουρα αυτό που γινόταν στην Ελλάδα δεν μπορούσες να το
βρεις εύκολα σε άλλες χώρες, σκέφτηκε χαμογελώντας.
Ήταν αυτή η ζωντάνια του κόσμου, ο τρόπος που μιλούσαν
μεταξύ τους οι άνθρωποι, η γεμάτη ζωή, οι παρέες, ο καφές, αναγκαίο και
αναπόσπαστο κομμάτι από την καθημερινή ζωή. Της άρεσε αυτό! Τόσο αντίθετο από
το μουντό Λονδίνο όπου οι άνθρωποι τρέχουν συνεχώς, που η ζωή φαίνεται να κυλά
μεταξύ δουλειάς, υπόγειου και σπιτιού....μια ζωή γεμάτη άγχος και κούραση, μια
ζωή χωρίς χαμόγελο. Έδιωξε κάθε σκέψη από το μυαλό της και άφησε την ματιά της
να πλανηθεί σε όλο το μήκος που της επέτρεπε η θέση η οποία είχε διαλέξει.
Μια φωνή την έβγαλε από τις σκέψεις της.
-Μπορώ να πάρω αυτή την καρέκλα; την ρωτούσε ευγενικά
Η Καρίνα έγνεψε θετικά. Τα ελληνικά της ήταν αρκετά καλά.
Μπορούσε να μιλήσει, να γράψει και να διαβάσει. Ήταν μια γλώσσα που της άρεσε
πολύ και είχε φροντίσει να την μάθει όσο καλύτερα μπορούσε.
-Ξένη είναι σου λέω....μου το είπε μια γνωστή μου που μένει
σε μια πολυκατοικία δίπλα από την δική της....Κούκλα όμως ε;
-Και τι κάνει εδώ πέρα;... ρώτησε ο δεύτερος της παρέας που
ήταν και αυτός που της είχε ζητήσει την καρέκλα.
-Από ότι μου είπε η γνωστή μου, άκουσε ότι κάνει κάποια
μελέτη για την περιοχή μας...του είπε ο άλλος.
-Μάλιστα....απάντησε ο δεύτερος.
-Τι; Δεν θέλεις να ξέρεις περισσότερα; επέμεινε ο πρώτος.
-Όχι άφησε την ήσυχη βρε Γιώργο...του απάντησε.
Η αλήθεια ήταν ότι ο Γιάννης, έτσι έλεγαν τον δεύτερο νεαρό,
είχε εντυπωσιαστεί από τη όλη εικόνα της Καρίνας. Μια κοπέλα όμορφη, γλυκιά,
απλή, που ενέπνεε μια αίσθηση εμπιστοσύνης και σεβασμού....και από ότι άκουσε
εξυπνάδας και σοβαρότητας.
-Τι έγινε; Μας άρεσε; Μας άρεσε; τον πείραξε ο φίλος του.
-Σου είπα φτάνει... του απάντησε σοβαρός ο Γιάννης.
Εκείνο που δεν ήξεραν όμως ήταν ότι η Καρίνα είχε
παρακολουθήσει όλη την συζήτηση και είχε εντυπωσιαστεί από την στάση του
Γιάννη.
Τελείωσε τον καφέ της και σηκώθηκε.
-Φεύγει, μίλα της... επέμεινε πάλι ο Γιώργος.
Η Καρίνα γύρισε το κεφάλι προς το μέρος τους.
-Γεια σας παιδιά... τους είπε με ένα αχνό χαμόγελο και
έφυγε.
Οι δυο τους έμειναν σαν στήλες άλατος.
-Τι είπε;... Γεια σας παιδιά; ρώτησε ο Γιώργος σαν χαμένος.
-Ναι!
είπε... ‘γεια σας παιδιά’...και παρεμπίπτοντος να σε ευχαριστήσω για την όμορφη
εικόνα που δημιούργησες για το άτομο μου. Τι έγινε; Ξέχασε να σου πει η γνωστή
σου ότι μιλάει ελληνικά η κοπέλα; τον ρώτησε θυμωμένος.
Ο Γιώργος έσκυψε το κεφάλι.
-Ρεζίλι γίναμε…είπε πάλι ο Γιάννης. Άλλη φορά να είσαι πιο
προσεχτικός.
Ο Γιώργος έγνεψε καταφατικά.
Είχαν περάσει σχεδόν δυο μήνες από την μέρα που ο Γιάννης
είχε συναντηθεί έστω και κάτω από εκείνες τις συνθήκες με την Καρίνα και η
αλήθεια ήταν ότι και οι δυο δεν είχαν ξεχάσει ούτε για μια μέρα το πρόσωπο ο
ένας του άλλου.
Η Καρίνα συνέχιζε με ακόμα περισσότερο ενδιαφέρον την έρευνα
της. Κάθε μέρα οι ανακαλύψεις της την έκαναν να νιώθει θαυμασμό και δέος
μπροστά σε αυτή τη χώρα τα επιτεύγματα
και τα πιστεύω του λαού της.
Σε μια από τις εξορμήσεις της είχε γνωρίσει τον Μιχάλη...ένα
καλό και πολύ μορφωμένο άνθρωπο....Κινητή εγκυκλοπαίδεια τον έλεγε και
γελούσαν. Από κείνη την μέρα την συνόδευε και της εξηγούσε τα πάντα.
-Σήμερα θα σε πάρω να δεις και κάτι άλλο…της είπε
χαμογελώντας ικανοποιημένος με τα σχέδια που είχε καταστρώσει.
-Τι άλλο; τον ρώτησε με ένα χαμόγελο που έδειχνε ότι
διασκέδαζε την έκφραση του προσώπου του.
-Το ξέρεις ότι εδώ παράγομε καταπληκτικά κρασιά έτσι;
-Ναι μου το είπες.
-Σήμερα θα επισκεφτούμε ένα αμπελώνα ενός φίλου μου....είναι
πολύ όμορφα εκεί. Έχει κτίσει ένα καταπληκτικό σπίτι και δίπλα έχει κάνει το
οινοποιείο του.
-Πράγματι ακούγεται ωραίο.
-Θες να πάμε τότε;
-Ναι θα το ήθελα πολύ.
Το μικρό αυτοκινητάκι του Μιχάλη πήγαινε σαν καρυδότσουφλο
σε φουρτουνιασμένη θάλασσα καθώς ο δρόμος ήταν αρκετά ανώμαλος αλλά αυτό δεν
φαινόταν να τον πτοούσε.
-Στην επόμενη στροφή του δρόμου θα το δούμε μπροστά μας της
είπε.
Και πράγματι....
-Ω! Μα αυτό είναι καταπληκτικό!...είναι ένας παράδεισος του
είπε έχοντας ανοίξει διάπλατα τα μάτια και θαυμάζοντας την πράσινη θάλασσα και
τα δυο πανέμορφα κτίρια που ήταν κτισμένα στο τέλος των αμπελώνων, σε ένα μικρό
ύψωμα που δέσποζαν της περιοχής.
Καθώς πλησίαζαν μπορούσε να δει περισσότερες λεπτομέρειες
από τα πραγματικά πανέμορφα κτίρια που ταίριαζαν απόλυτα με τον περίγυρο. Ήταν
πετρόχτιστα, απλά, προσεγμένα σε λεπτομέρεια, ενέπνεαν μια αρχοντιά βγαλμένη
από τους αιώνες...αυτό ένιωθε η Καρίνα παρόλο που ήξερε ότι τόσο το σπίτι όσο
και το οινοποιείο ήταν αρκετά νεαρά κτίρια.
-Φτάσαμε!...της είπε ο Μιχάλης διακόπτοντας τις σκέψεις της.
Μέχρι να κατεβούνε από το αυτοκίνητο ένας κύριος στην ηλικία
του Μιχάλη πάνω κάτω είχε ανοίξει την εξώπορτα του σπιτιού και κατευθυνόταν
προς το μέρος τους.
-Καλώς ορίσατε! φώναξε απευθυνόμενος προς αυτούς με ένα
εγκάρδιο χαμόγελο.
-Καλώς σε βρήκαμε φίλε μου του απάντησε ο Μιχάλης...Αυτή
είναι η Καρίνα...
-Χαίρω πολύ, Καρίνα... του είπε η κοπέλα απλώνοντας εγκάρδια
το χέρι της.
-Κώστας...ανταποκρίθηκε άμεσα ο φίλος του Μιχάλη.
-Η Καρίνα βρίσκεται στην Βέροια γιατί κάνει μια μελέτη για
τα ήθη και έθιμα της περιοχής μας.
-Α! Τότε την περιμένει πολλή δουλειά απάντησε ο Κώστας με ένα πλατύ χαμόγελο...αλλά
κοπιάστε, περάστε στο σπίτι.
Τους οδήγησε προς την είσοδο του σπιτιού και τους συνόδεψε
στο καθιστικό.
Ήταν ένα υπέροχο πραγματικά σπίτι....ζεστό, φιλικό, με μια
ευχάριστη αύρα να το περιβάλλει.
-Ο Γιάννης που είναι; ρώτησε ο Μιχάλης τον Κώστα.
-Πάνω είναι, περίμενε...θα στον φέρω...
Ο Κώστας εξαφανίστηκε για λίγο και επέστρεψε με τον Γιάννη
στο πλευρό του.
Η καρδιά της Καρίνας φτερούγισε μόλις τον είδε....σίγουρα
ήταν φοβερή σύμπτωση....ο Γιάννης τα έχασε ελαφρώς αλλά τα κατάφερε να κρατήσει
την ψυχραιμία του. Οι άλλοι δυο δεν πήραν χαμπάρι τις αντιδράσεις. Τους έκαναν
τις συστάσεις και κάθισαν όλοι να απολαύσουν το κρασί και τα μεζεδάκια που τους
κουβάλησε με καμάρι ο Κώστας.
-Ώστε βρίσκεστε εδώ για έρευνα; Μιλάτε και πολύ καλά
ελληνικά όπως ακούω...είπε ο Κώστας απευθυνόμενος προς την Καρίνα.
-Ναι λατρεύω την περιοχή σας. Τα ελληνικά τα έμαθα γιατί μου
αρέσουν πολύ.
-Πολύ ωραία! είπε ο Κώστας και μετά απευθυνόμενος προς τον
Γιάννη συνέχισε....γιατί δεν ξεναγείς την κοπέλα στο κτήμα μας;
Ο Γιάννης, άλλο που δεν ήθελε, σηκώθηκε αμέσως πρόθυμος και
χαμογελαστός και πρότεινε στην Καρίνα να τον ακολουθήσει. Όταν βρέθηκαν αρκετά
μακριά από τους άλλους ο Γιάννης πήρε το θάρρος και με ντροπή στα μάτια της
απολογήθηκε για κείνη την μέρα στην πλατεία.
-Δεν βαριέσαι συμβαίνουν αυτά…του απάντησε χαμογελαστή η
Καρίνα.
-Αλήθεια, θα ήθελα να μου πεις περισσότερα για σένα... της είπε
χαμογελαστός.
-Τι να σου πω δηλαδή; του είπε....δεν υπάρχει κάτι ιδιαίτερο
στη ζωή μου....μια απλή κοπέλα όπως όλες τις άλλες είμαι.
-Καλά καλά δεν σε πιέζω της είπε ο Γιάννης παρόλο που ήθελε
να μάθει ακόμα και την πιο μικρή λεπτομέρεια από την μέρα που
γεννήθηκε....γιατί αυτή η κοπέλα τον τραβούσε σαν μαγνήτης.
Την ξενάγησε στο οινοποιείο και διασκέδασε με τα επιφωνήματα
θαυμασμού που έκανε η Καρίνα σε καθετί που της εξηγούσε. Διασκέδασε ακόμα και
με το παιδικό ύφος που είχε ζωγραφιστεί στο πρόσωπο της καθώς γύριζαν ανέμελα
μέσα στους αμπελώνες.
Η φωνή του πατέρα του ακούστηκε σαν απόηχος μέσα στην αχανή
έκταση των αμπελιών που απλώνονταν γύρω του. Τον φώναζε....
-Εδώ είμαστε πατέρα...ερχόμαστε... απάντησε ο Γιάννης....και
συνέχισε απευθυνόμενος προς την Καρίνα...Πρέπει να επιστρέψομε πίσω ...μας
γυρεύουν....θα ήθελες να μου δώσεις το τηλέφωνο σου για να ξανασυναντηθούμε;
-Βεβαίως θα στο δώσω αν μου δώσεις και εσύ το δικό σου…του
είπε γελώντας.
Αντάλλαξαν τους αριθμούς των τηλεφώνων τους και περπάτησαν
γοργά προς το μέρος που βρισκόταν ο Κώστας και ο Μιχάλης.
-Τελείωσες την ξενάγηση; τον ρώτησε ο πατέρας του.
-Βεβαίως και μου άρεσε πάρα πολύ. Είναι πολύ εντυπωσιακά όλα
όσα έχετε δημιουργήσει κύριε Κώστα απάντησε αμέσως η Καρίνα.
-Σας ευχαριστώ πολύ! απάντησε κολακευμένος ο Κώστας.
-Λοιπόν σας ευχαριστούμε και ελπίζω να σας δούμε σύντομα
είπε ο Μιχάλης.
Ο Γιάννης δεν άργησε καθόλου να επικοινωνήσει μαζί της. Την
επομένη κιόλας την πήρε τηλέφωνο.
Η Καρίνα ένιωθε να πετά στα σύννεφα. Ήταν σίγουρη ότι ήταν
ερωτευμένη με τον Γιάννη...την είχε εντυπωσιάσει από την πρώτη στιγμή που τον
είδε....και κάπου μέσα της ήξερε ότι αυτός είναι ο άνθρωπος της ....η δίδυμη
της ψυχή...
Σε κάθε συνάντηση τους του διηγιόταν τα καινούρια της
ευρήματα....του ανάλυε τις μελέτες της....του μιλούσε για τις νύμφες του νερού
και του δάσους....για τα πιστεύω και τις δεισιδαιμονίες της περιοχής ....για
τις συνήθειες των ανθρώπων....για τους μύθους που επέζησαν στους αιώνες...
Ο Γιάννης τα περισσότερα τα γνώριζε και χαμογελούσε με τον
ενθουσιασμό της για το κάθε τι που ανακάλυπτε....
-Γιατί χαμογελάς; Δεν τα πιστεύεις; τον ρώτησε μια μέρα.....
-Χαμογελώ γιατί είσαι πολύ χαριτωμένη όταν μου διηγείσαι τις
ιστορίες αυτές με τόσο ενθουσιασμό, που τα μάτια σου λάμπουν...
-Ναι, αλλά δεν μου απάντησες....δεν πιστεύεις σε όλα αυτά
δεν είναι έτσι;
-Όχι δεν τα πιστεύω....τα έχω ακούσει πολλές φορές....τα
περισσότερα είναι δεισιδαιμονίες των παλιών...
-Είναι όμως οι ρίζες του πολιτισμού της χώρας σου...Θα
έπρεπε…του είπε σοβαρή.
-Έλα τώρα μην παίρνεις αυτό το ύφος…της είπε.
Η συζήτηση σταμάτησε ως εκεί...οι μέρες τους περνούσαν
ανέμελα και ευτυχισμένα. Διοργάνωναν εκδρομές στην γύρω περιοχή και απολάμβαναν
την φύση.
Κάποια στιγμή συνειδητοποίησαν ότι άρχισαν να κάνουν όνειρα
για ένα μέλλον που το έβλεπαν να το περνούν μαζί και αυτό τους έκανε ακόμα πιο
ευτυχισμένους.
Εκείνο το πρωί ο Γιάννης είχε ξυπνήσει καλοδιάθετος όπως
κάθε μέρα άλλωστε τον τελευταίο καιρό.
Βγήκε στην αυλή όπου συνήθιζε να παίρνει τον πρωινό του
καφέ.
Ο πατέρας του ήταν εκεί....ένιωσε ότι τον περίμενε....τον
κοίταξε και διέκρινε εκείνο το αυστηρό ύφος που έπαιρνε όταν ήτανε να του
αρχίσει κάποιο κήρυγμα...
-Καλημέρα πατέρα…του είπε με χαμόγελο.
-Κάθισε! του απάντησε ξερά ο Κώστας.
-Συμβαίνει κάτι; τον ρώτησε ο Γιάννης
-Ε, κάτι θα συμβαίνει για να με βλέπεις εδώ...του είπε
φανερά εκνευρισμένος
-Σε ακούω τότε...με κάνεις και ανησυχώ...είπε ο Γιάννης
-Κοίτα να δεις γιε μου....έχεις γίνει η πρώτη είδηση στην
πόλη για την σχέση σου με αυτήν την ξένη...
-Την Καρίνα μπαμπά, έχει όνομα...του είπε κατσουφιασμένος
-Ναι την Καρίνα....θέλω να ξέρεις ότι εγώ είμαι αντίθετος με
αυτή την σχέση....
-Μα γιατί μπαμπά; Είναι μια εξαιρετική κοπέλα και είμαι τόσο
ευτυχισμένος μαζί της.
-Θα σου περάσει....εδώ σε θέλουν τα καλύτερα κορίτσια της
πόλης και εσύ θα προτιμήσεις μια ξένη; Αυτό δεν το θέλω και δεν θα το ήθελε
ούτε η μητέρα σου...
-Κοίτα μπαμπά, αυτό το πράγμα να μου λες πάντα για την
μητέρα μου σε κάθε συζήτηση που κάνομε, εγώ δεν το δέχομαι....
Ο Κώστας έγινε έξω φρενών. Η αλήθεια ήταν ότι ο Γιάννης είχε
μια ευαισθησία για την μητέρα του την λάτρευε και δυστυχώς την έχασε όταν ήταν
μικρός. Επίσης αλήθεια ήταν ότι όταν συζητούσαν για κάτι σοβαρό ο Κώστας πάντα αναφερόταν
στην γυναίκα του και πάντα η γνώμη της θα ήταν σύμφωνη με την δική του. Και
αυτό επηρέαζε πάρα πολύ τον Γιάννη.
-Πως τολμάς να μου μιλάς έτσι; Ήταν μητέρα σου και ήμασταν
ένα πολύ αγαπημένο ζευγάρι...και ξέρεις κάτι; Ποτέ δεν διαφωνούσαμε...αυτό θα
έπρεπε να σου λέει κάτι...είπε και σηκώθηκε θυμωμένος πήρε το αυτοκίνητο και
έφυγε.
Η ψυχή του Γιάννη είχε γεμίσει πίκρα και τα μάτια του
έτρεχαν δάκρυα καθώς έβλεπε το αυτοκίνητο του πατέρα του να απομακρύνεται
σηκώνοντας ένα άσπρο σύννεφο σκόνης πίσω του.
Δεν ήθελε να τον πικραίνει...το ήξερε ότι τον μεγάλωσε με
χίλιες δυσκολίες και η έλλειψη της γυναίκας του που ήταν η ζωή του, του είχε
στοιχίσει πάρα πολλά....όμως την αγαπούσε την Καρίνα και ήθελε πολύ να περάσει
την υπόλοιπη του ζωή μαζί της...
Δεν της είπε τίποτα όταν συναντήθηκαν παρόλο που τον ρώτησε
αρκετές φορές τι του συνέβαινε....Δεν ήθελε να της πει...ήθελε να σκεφτεί....
Η πίεση από μέρους του πατέρα του συνέχισε...είχε πλέον μπει
σε καθημερινή βάση....ο Γιάννης ένιωθε πολύ άσχημα...
Εκείνη την μέρα αποφάσισε να μιλήσει της Καρίνας....ήταν
καλύτερα να σταματούσαν μέχρι εδώ πριν τα πράγματα γινόντουσαν ακόμα πιο
σοβαρά.
Είχαν κανονίσει να βρεθούν για ποτό. Η Καρίνα δεν είχε αντιληφθεί
τίποτα μέχρι κείνη τη στιγμή και κατέφθασε ευτυχισμένη στο μικρό μπαράκι που
είχε γίνει το στέκι τους. Ήπιαν αρκετά ποτά. Ο Γιάννης δεν έβρισκε το θάρρος να
της μιλήσει.
-Θες να πάμε στη λίμνη να δούμε το φεγγάρι; τον ρώτησε και
το γοητευτικό λακκάκι στο πρόσωπο της στόλισε το χαμόγελο της.
-Καλή ιδέα! της είπε....σκέφτηκε ότι ίσως εκεί στην φύση…
ίσως εκεί, έβρισκε τον πιο ανώδυνο τρόπο να της το πει....
Έφτασαν στην λίμνη και η Καρίνα άρχισε να τρέχει γύρω από
αυτή ξυπόλητη...
-Δεν είναι όμορφα; του φώναζε γελώντας.
Ο Γιάννης είχε σταθεί σαν στήλη άλατος και την
παρακολουθούσε....πήρε μια πέτρα και την έριξε στο νερό...
-Όχι όχι μην το κάνεις αυτό...του φώναξε τρομοκρατημένη
καθώς τον πλησίασε.
-Τι να μην κάνω;
-Μην πετάς πέτρες στο νερό…θα το ξυπνήσεις και είναι κακό
αυτό...έτσι λέει ο μύθος…
-Έτσι ε; Για έλα εδώ…της είπε και με το ζόρι της έβαλε μια
πέτρα στο χέρι και την υποχρέωσε να την πετάξει στο νερό...
-Μα τι κάνεις; Γιατί; τον ρώτησε δακρύζοντας
-Τώρα το ξύπνησες και συ....της είπε γελώντας
σαρκαστικά...έχω βαρεθεί αυτές τις ανοησίες ξέρεις...της είπε νευριασμένος.
Η Καρίνα δεν είπε τίποτα. Μπήκε στο αυτοκίνητο και κάθισε. Από
τα μάτια της έτρεχαν ποτάμι τα δάκρυα. Μπήκε και ο Γιάννης και ξεκίνησε.
Βγήκανε στον κύριο δρόμο.
-Τι σου συμβαίνει Γιάννη; τον ρώτησε ξαφνικά....Με βαρέθηκες;
Τα χέρια του άρχισαν να τρέμουν...ήταν η ευκαιρία να της
μιλήσει...
-Κοίτα…ίσως θα ήταν καλύτερα να μείνομε λίγο μακριά ο ένας
από τον άλλο για λίγο καιρό της είπε.
-Θες να χωρίσομε έτσι; τον ρώτησε με τόση πίκρα στα μάτια
που ο Γιάννης δεν είχε δει ποτέ στη ζωή του.
Δεν της απάντησε.
-Σταμάτα το αυτοκίνητο, του είπε, θέλω να κατεβώ...είχε
ανοίξει την πόρτα...
Ο Γιάννης φοβήθηκε και σταμάτησε....Η Καρίνα βγήκε με τόση
φούρια έξω που δεν είδε το αυτοκίνητο που ερχόταν παρ’ όλες τις φωνές του
Γιάννη....το τρίξιμο των ελαστικών του αυτοκινήτου και ο γδούπος του κορμιού
που κτύπησε πρώτα πάνω στο αυτοκίνητο και μετά στην άσφαλτο ακούστηκαν σαν
εκρήξεις στα αυτιά του Γιάννη καθώς έσχιζαν την απόλυτη ησυχία της νύχτας. Και
μετά... το νοσοκομείο και οι ατέλειωτες ώρες αναμονής. Ο Γιώργος βρισκόταν
συνεχώς δίπλα του...
-Πως πάει γιατρέ; τον άκουσε να λέει.
-Μόνο ο Θεός...είπε ο γιατρός και έσκυψε το κεφάλι του.
Ο Γιώργος αγκάλιασε τον φίλο του.
-Μην ανησυχείς όλα θα πάνε καλά, του είπε.
Ο Γιάννης για πρώτη φορά άνοιξε το στόμα του.
-Εγώ φταίω είπε....εγώ φταίω…της είπα να χωρίσομε....δεν έχω
ξαναδεί τόσο πόνο ζωγραφισμένο σε μάτια....τόσο όμορφα μάτια....
Ο Γιώργος πάγωσε. Δεν ήξερε τι να πει. Τον αγκάλιασε μόνο.
Ο Κώστας είχε έρθει στο νοσοκομείο. Πήρε αμίλητος τον Γιάννη
και τον πήγε σπίτι.
Οι μέρες πέρασαν...Ο Κώστας βρισκόταν συνεχώς στο πλευρό του
γιου του που δεν μιλούσε, δεν έτρωγε και όλη νύχτα παραληρούσε ψελλίζοντας μια
το όνομα της Καρίνας και μια φωνάζοντας, Το νερό!…Το νερό ξύπνησε!
Ο Γιώργος πηγαινοερχόταν από το νοσοκομείο στο σπίτι του
Γιάννη. Περνούσε ατέλειωτες ώρες με τον Κώστα συζητώντας. Μια μέρα του πήρε και
μια εφημερίδα για να του δείξει ένα άρθρο. Ο Κώστας πάγωσε όταν το
διάβασε.
‘Η Καρίνα Σμίθ γνωστή ερευνήτρια και κορυφή στον τομέα της,
κόρη του διάσημου συγγραφέα και ερευνητή Τσάρλς Σμίθ.....’
-Τα βλέπεις κύριε Κώστα ότι δεν ήταν απλώς μια ‘ξένη’ όπως
την έλεγες με απέχθεια; Έχει και οικογένεια πίσω της...έχει και μια
καταπληκτική καριέρα, αλλά ποτέ δεν θέλησε να υποτιμήσει εμάς που δεν έχομε καν
δίπλωμα και μένομε και στην εξοχή....κάτι θα πρέπει να σας λέει αυτό για τον χαρακτήρα
της και το πως μεγάλωσε…Έτσι;
Ο Κώστας δεν είπε τίποτα....τα μάτια του γέμισαν δάκρυα...
-Το κατάστρεψα το παιδί μου...κατάφερε να πει μόνο μέσα από
τα δόντια του..
Οι μέρες πέρασαν....και ένα πρωί το αυτοκίνητο του Γιώργου
σταμάτησε ακριβώς έξω από το ξωπόρτι του σπιτιού του φίλου του. Ο Γιάννης
καθόταν χλωμός και ακίνητος στην αυλή. Ο Κώστας του έκανε παρέα. Ο Γιώργος
κατέβηκε και έτρεξε γύρω από το αυτοκίνητο του.
-Τι κάνει; αναρωτήθηκε δυνατά ο Κώστας.
Ο Γιώργος άνοιξε την πόρτα του συνοδηγού και έτεινε το χέρι
του...ένα άλλο χέρι στηρίχθηκε σε αυτό και στη συνέχεια μια κοπέλα κατέβηκε και
στάθηκε ακίνητη.
Τα μάτια του Γιάννη ζωντάνεψαν ξαφνικά...
Ήταν η Καρίνα!...Δεν σκέφτηκε τίποτα άλλο...βρέθηκε κοντά
της και την αγκάλιασε τόσο δυνατά που δεν της άφηνε περιθώρια να κινηθεί.
Γελούσαν και έκλαιγαν και οι δυο τους.
-Δεν σου φεύγει αυτή την φορά ....θα την πνίξεις…άφησε την
του είπε γελώντας ο Γιώργος.
Ο Γιάννης τον αγκάλιασε και αυτόν με τέτοια τρέλα που τα
λόγια ήταν περιττά.
Θα έμεναν μαζί για πάντα...αυτό ήταν σίγουρο...όπως επίσης
σίγουρο ήταν ότι ο Γιάννης πίστεψε επιτέλους και σχεδόν καθημερινά περνούσε από
την λίμνη και έριχνε σε αυτή ένα μικρό μπουκετάκι λουλούδια...ένα συγνώμη που
ξύπνησε το νερό και ένα ευχαριστώ που δεν έχασε τον άνθρωπο που αγαπούσε.
ΑΜΑΛΙΑ ΠΙΚΡΙΔΟΥ ΛΟΥΚΑ
ΑΜΑΛΙΑ ΠΙΚΡΙΔΟΥ ΛΟΥΚΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου